Είσοδος Αρχαιολογικού Χώρου
Ήδη από την αρχαιότητα και νότια της αρχαίας πόλης της Θάσου, στην περιοχή της Αλυκής, δημιουργείται και ένας δεύτερος, κατά πολύ μικρότερος οικισμός, που αναπτύχθηκε χάρη στην εκμετάλλευση του υπάρχοντος μαρμάρου. Ο χρόνος και οι ανθρώπινες, οικονομικές και λατομικές δραστηριότητες, έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια τους στο χώρο της Αλυκής. Ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί στον αρχαιολογικό χώρο και να επισκεφτεί, μνημεία που χρονολογούνται από την αρχαϊκή εποχή έως και τους βυζαντινούς χρόνους, αλλά και τους χώρους των αρχαίων λατομείων μαρμάρου που αποτελούν ένα «ανοιχτό μουσείο αρχαίας τεχνολογίας», όπως πολύ εύστοχα χαρακτηρίζεται ο τόπος από τους αρχαιολόγους.Στην είσοδο του Αρχαιολογικού Χώρου, στην πινακίδα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας και Θάσου, παραδίδονται κατόψεις των λατρευτικών κτιρίων της Αλυκής, τοπογραφικός χάρτης της χερσονήσου με βασικές πληροφορίες, καθώς και μια προτεινόμενη κυκλική διαδρομή, που επιτρέπει στον επισκέπτη να αποκτήσει μια σαφή εικόνα του χώρου και της ιστορίας του.Οι αρχαιότητες στη χερσόνησο της Αλυκής ήταν γνωστές στους ξένους περιηγητές, ήδη από τον 19ο αιώνα, όταν το νησί ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι πρώτες ανασκαφές στον χώρο του αρχαίου ιερού διεξήχθησαν, το 1886-1877, από τον Theodore Bent. Στα 1924, οι A. Laumonier και Y. Bequignon συνέχισαν την ανασκαφή του Bent. Η συστηματική όμως ανασκαφική έρευνα στον χώρο ξεκίνησε, από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, το 1961, με επικεφαλής τους J. Servais και P. Bernard και ολοκληρώθηκε το 1964. Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές διεξήχθησαν από τον F. Salviat, τo 1964, και συνεχίστηκαν, τις περιόδους 1969-1973 και 1976-1977, υπό τη διεύθυνση του Jean-Pierre Sodini.Δύο είναι οι εκδοχές για το σημερινό όνομα της περιοχής. Η πρώτη εκδοχή στηρίζεται στη μαρτυρία του Emmanuel Miller, ο οποίος παραδίδει το τοπωνύμιο «Αλκή». Η λέξη στην αρχαία, ελληνική γλώσσα σημαίνει: ευρωστία, δύναμη, ρώμη. Το όνομα αυτό πιθανόν συνδέεται με την εύρωστη, οικονομική δραστηριότητα και τους πολλούς πύργους της περιοχής, οι οποίοι στόχευαν στον έλεγχο των λατομείων και της υπαίθρου, και τους οποίους εντόπισαν οι γαλλικές, αρχαιολογικές, επιφανειακές έρευνες. Αργότερα, πιθανόν από παραφθορά του αρχικού ονόματος η περιοχή ονομάστηκε «Αλυκή», λόγω των υποτιθέμενων εναποθέσεων άλατος, κατά τους θερινούς μήνες, στις κοιλότητες του λατομείου, τις οποίες και εκμεταλλεύονται οι χωρικοί για τις ελιές. Σήμερα, πουθενά στον όρμο δεν φαίνονται τέτοιες εναποθέσεις, ακόμη και στα πιο στεγνά σημεία. Το τελικό ίζημα που παρατηρείται σε αυτούς τους χώρους είναι τριμμένη μαρμαρόσκονη, από τη διάβρωση των κυμάτων και του ανέμου και σε τίποτα δεν θυμίζει αλάτι, έστω και σε μικρές ποσότητες.